
Αναγνωστικές ματιές | «Οικογενειακή ρίζα 70» του Κωνσταντίνου Λουκόπουλου
«Οικογενειακή ρίζα 70»
Ποιος δεν έχει ξεφυλλίσει ένα παλιό φωτογραφικό άλμπουμ ακούγοντας από τους γηραιότερους τα ονόματα των εικονιζόμενων, την συγγενική σχέση που τους ενώνει, τις ιστορίες τις προσωπικές του καθενός και της καθεμιάς αλλά και των οικογενειών τους; Ιστορίες άλλοτε καθημερινές και συνηθισμένες και άλλοτε τραγικές, γεμάτες μυστήριο και πάθη; Ποιος δεν έχει φανταστεί τα πρόσωπα αυτά να ζωντανεύουν και να ακολουθούν την μοίρα τους που είναι προγεγραμμένη από υπερφυσικά στοιχεία (ιδίως όταν έχουν περάσει χρόνια από τον βιωμένο χρόνο και η ζωή τους έχει περάσει στη σφαίρα της αφήγησης, της μυθοπλασίας ή και της παραμυθίας), δίνοντας τους μια διάσταση υπερφυσική ή/και μεταφυσική; Ποιος δεν έχει αναρωτηθεί από που κρατάει η σκούφια του; και το πως αυτή η σκούφια έχει επηρεάσει το δικό του πέρασμα από την ζωή;
Ο Κωνσταντίνος Λουκόπουλος με το νέο του πόνημα «Οικογενειακή ρίζα 70», που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Έναστρον (2023), μάς προσφέρει (για ακόμη μια φορά) ένα βιβλίο υψηλής λογοτεχνικής αισθητικής. Μέσα από τις 31 διηγήσεις του σπονδυλωτού του μυθιστορήματος, ξεδιπλώνει όλο το γενεαλογικό δέντρο ενός ζευγαριού, του Φίλιππου Ιωάννου Καλογερή και της Ασπασίας Λαδά, ένα ζευγάρι που ξεκίνησε τον κοινό του βίο και την απαρχή του οικογενειακού του δέντρου, φέρνοντας στον κόσμο τέσσερα παιδιά. Από αυτή την οικογένεια, που αποτελεί την «Οικογενειακή ρίζα 70», ξεκίνησαν όλα. Και έχει ενδιαφέρον μεγάλο το πώς απλώνονται οι ρίζες μιας οικογένειας και τυλίγονται γύρω από τα μέλη της, αλλά και γύρω από τα νεοφερμένα πρόσωπα δια της σύζευξης και της τεκνοποίησης. Και έχουν μεγάλο ενδιαφέρον αυτά τα αόρατα νήματα που ενώνουν ανθρώπους του παρελθόντος, σαν τους παρατηρείς από μια απόσταση μελλοντική και ασφαλή. Γιατί ο πεπερασμένος χρόνος και η χρονική απόσταση είναι τα στοιχεία που διογκώνουν και μετατρέπουν και πλάθουν και προσδίδουν την πρέπουσα γοητεία ίσως και την πρέπουσα μαγεία, σε ανθρώπους που έχουν περάσει στο εσαεί και στο υπερπέραν. Κι αν δεν υπήρχαν οι προφορικές αφηγήσεις στην αρχή και οι φωτογραφικές αποτυπώσεις στην συνέχεια, οι άνθρωποι αυτοί, με τις μεγάλες ή τις μικρές τους ζωές, με τις σημαντικές τους ή ασήμαντες στιγμές, θα είχαν περάσει στην αφάνεια. Αλλά ο Κωνσταντίνος Λουκόπουλος γνωρίζει την αξία και την δύναμη της αφήγησης και χάρισε στους ανθρώπους που πέρασαν μέσα από το γενεαλογικό δέντρο του βιβλίου του, διαχρονικότητα, μπορεί και αιωνιότητα.
Στα πρόσωπα, που ο Λουκόπουλος έβαλε να πρωταγωνιστούν στο βιβλίο του, έχει συγκεντρώσει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά, που οριοθετούν, χαρακτηρίζουν και προσδιορίζουν το ανθρώπινο είδος. Τα πάθη και οι ίντριγκες, οι έρωτες και οι προδοσίες, τα όνειρα και οι διαψεύσεις, η αγάπη και το μίσος, οι αρρώστιες του σώματος και της ψυχής, η ταπεινότητα και η μεγαλομανία είναι κάποια μόνο από αυτά τα χαρακτηριστικά που κατακλύζουν τις σελίδες του βιβλίου. Μα ο Λουκόπουλος δεν ήθελε να μείνει στην ρεαλιστική απεικόνιση, στην ρεαλιστική αφήγηση των πραγμάτων• θέλησε να ανυψώσει τις γήινες ζωές των ανθρώπων, προσδίδοντας τους μαγεία και μυστήριο. Και έτσι οι κατάρες, οι προκαταλήψεις και οι δεισιδαιμονίες, τα μαγικά χαρίσματα και οι υπερφυσικές δυνάμεις, -δυνάμεις που ταλανίζουν τον άνθρωπο, όταν δεν μπορεί να εξηγήσει, όταν δυσκολεύεται να αποδεχτεί την τυχαιότητα και το εφήμερο της ζωής του-, είναι εκείνα τα στοιχεία που ο Λουκόπουλος χειρίζεται με μεγάλη μαεστρία, προσθέτοντας αυτή την χαρισματική πινελιά, που κάνει την ρεαλιστική αφήγηση μαγική. Σε περίοπτη θέση όμως όλων, η αυτοεκπληρούμενη προφητεία• η προφητεία εκείνη δηλαδή, που ενώ δεν υπάρχουν απτά στοιχεία ή έστω ενδείξεις, κάποιος ενστερνίζεται μια εικόνα για τον εαυτό του (συνήθως κακή) και προσπαθεί να επιβεβαιώσει αυτήν την εικόνα δρώντας υποσυνείδητα και συμπεριφερόμενος αναλόγως, διαιωνίζοντας την αρχική εσφαλμένη εικόνα. Με όμοιο τρόπο και στα διηγήματα του Λουκόπουλου, οι απόγονοι της οικογένειας Καλογερή ενστερνίζονται την άποψη, ότι το σόι τους ήταν καμωμένο από αλαφροΐσκιωτους και αλλοπαρμένους, που άλλοτε μιλούσαν με νεράιδες και ξωτικά, άλλοτε βλέπαν σημάδια στον φυσικό κόσμο και στον ονειρικό, και άλλοτε παρουσιάζονταν οι νεκροί της οικογένειας σε προφητικά οράματα ή σε ανατριχιαστικούς εφιάλτες, προστατεύοντας με ευχές ή με κατάρες τα μέλη τους. Και δεν είναι απλό αυτό, ούτε και εύκολο να το διαχειριστεί κάποιος, ακόμη και στις μέρες μας, πόσο μάλλον την εποχή εκείνη, όπου λαμβάνουν χώρα οι ιστορίες του βιβλίου.
Σε δεύτερο πλάνο, και ενόσω εκτυλίσσονται οι ιστορίες της «Οικογενειακή ρίζα 70», ο Λουκόπουλος ξετυλίγει πολλές πτυχές του κοινωνικοπολιτικού παρασκηνίου του πρώτου μισού του 20ου αιώνα (Βαλκανικοί, Α’ Παγκόσμιος, Μικρασιατική καταστροφή, μεταναστευτικές ροές στην Αμερική, ζωή στην επαρχία). Όχι όμως εστιάζοντας στην ιστορική τους σημασία για την εξέλιξη της ανθρωπότητας τόσο, όσο εστιάζοντας στην σημασία που είχαν αυτά τα ιστορικά γεγονότα στις ζωές κάποιων προσώπων της οικογενειακής τους ρίζας και της προσωπικής τους εξέλιξης μέσα στην οικογένεια τους. Σημαντικά επίσης είναι όλα εκείνα τα λαογραφικά στοιχεία του ελλαδικού χώρου εκείνης της εποχής, με τα οποία διανθίζει τις ιστορίες του ο συγγραφέας. Στοιχεία που πολλοί σύγχρονοι μας αποποιούνται ή και απαρνιούνται, στοιχεία όμως που διαμόρφωσαν την ταυτότητα των κατοίκων αυτού του τόπου και εξακολουθούν να την διαμορφώνουν μέσα στο πέρας του χρόνου. Για την γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Λουκόπουλος στο βιβλίο του, για αυτήν την θαυμάσια και ευφυέστατη χρήση της ελληνικής γλώσσας, αυτήν την αξιοζήλευτη αριστοτεχνία που κατέχει ο Λουκόπουλος, να αναδεικνύει τον γλωσσικό πλούτο, τα ατελείωτα μήκη και πλάτη και την απερίγραπτη ομορφιά της, εμένα μου περισσεύουν πραγματικά τα λόγια.
Πριν κλείσω αυτήν την παρουσίαση μου θα ήθελα να αναφερθώ στον πολύ εμπνευσμένο τρόπο που ολοκλήρωσε ο συγγραφέας το σπονδυλωτό του μυθιστόρημα. Όλο το γενεαλογικό δέντρο, όλη η «Οικογενειακή ρίζα 70» του Φίλιππου Ιωάννου Καλογερή και της Ασπασίας Λαδά, συγκεντρώθηκε στον Επίλογο του βιβλίου, και την μετέφερε ο συγγραφέας στην εποχή μας και την αναπαρήγαγε και την αναδιατύπωσε μέσα από την Τέχνη μιας καλλιτέχνιδας που έζησε στην Νέα Υόρκη, την δις -δισέγγονη τους, την Georgia Kontaxi. Στις λεζάντες των έργων της αναδρομικής της έκθεσης με τίτλο Pedigree 70, όλη της η οικογένεια ενσωματωμένη, όλη της η οικογενειακή ιστορία.
Και δεν έχει καμία σημασία, αν, αυτή η οικογένεια και τα πολυάριθμα μέλη της, που αποτελούν και ληξιαρχικά την «Οικογενειακή ρίζα 70» υπήρξαν πραγματικά κι αν ο συγγραφέας απλά τα κόσμησε με μυθοπλαστικά στοιχεία ή αν είναι πλάσματα της φαντασίας του και τα εμπλούτισε με ρεαλιστικά στοιχεία· το αποτέλεσμα, όπως και να ‘χει, είναι εξίσου απολαυστικό και αξίζει οπωσδήποτε να διαβαστεί.
fractal (21.6.2023)